Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
απροάσπιστος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Αντώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
απροάσπιστ
ος
η
απροάσπιστ
η
το
απροάσπιστ
ο
γενική
του
απροάσπιστ
ου
της
απροάσπιστ
ης
του
απροάσπιστ
ου
αιτιατική
τον
απροάσπιστ
ο
την
απροάσπιστ
η
το
απροάσπιστ
ο
κλητική
απροάσπιστ
ε
απροάσπιστ
η
απροάσπιστ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
απροάσπιστ
οι
οι
απροάσπιστ
ες
τα
απροάσπιστ
α
γενική
των
απροάσπιστ
ων
των
απροάσπιστ
ων
των
απροάσπιστ
ων
αιτιατική
τους
απροάσπιστ
ους
τις
απροάσπιστ
ες
τα
απροάσπιστ
α
κλητική
απροάσπιστ
οι
απροάσπιστ
ες
απροάσπιστ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
απροάσπιστος
<
α-
+
προασπίζω
+
-τος
Επίθετο
επεξεργασία
απροάσπιστος
(
λόγιο
)
ανυπεράσπιστος
,
απροστάτευτος
Αντώνυμα
επεξεργασία
προασπισμένος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
προασπίζω
και
ασπίδα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
απροάσπιστος
→
δείτε
τις λέξεις
ανυπεράσπιστος
και
απροστάτευτος