απελπισία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- απελπισία < απελπισιά με λόγια επίδραση < μεσαιωνική ελληνική ἀπελπισία [1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.pel.piˈsi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐πελ‐πι‐σί‐α
Ουσιαστικό
επεξεργασίααπελπισία θηλυκό
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΑντώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία απελπισία
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ απελπισία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας