Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αξιολογήσιμος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αξιολογήσιμ
ος
η
αξιολογήσιμ
η
το
αξιολογήσιμ
ο
γενική
του
αξιολογήσιμ
ου
της
αξιολογήσιμ
ης
του
αξιολογήσιμ
ου
αιτιατική
τον
αξιολογήσιμ
ο
την
αξιολογήσιμ
η
το
αξιολογήσιμ
ο
κλητική
αξιολογήσιμ
ε
αξιολογήσιμ
η
αξιολογήσιμ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αξιολογήσιμ
οι
οι
αξιολογήσιμ
ες
τα
αξιολογήσιμ
α
γενική
των
αξιολογήσιμ
ων
των
αξιολογήσιμ
ων
των
αξιολογήσιμ
ων
αιτιατική
τους
αξιολογήσιμ
ους
τις
αξιολογήσιμ
ες
τα
αξιολογήσιμ
α
κλητική
αξιολογήσιμ
οι
αξιολογήσιμ
ες
αξιολογήσιμ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αξιολογήσιμος
<
αξιολογώ
+
-ιμος
Επίθετο
επεξεργασία
αξιολογήσιμος, -η, -ο
που μπορεί ή αξίζει να
αξιολογηθεί
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
αξιολογώ
,
αξία
και
λέγω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αξιολογήσιμος
αγγλικά
:
evaluable
(en)
γαλλικά
:
évaluable
(fr)