↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αντιικός η αντιική το αντιικό
      γενική του αντιικού της αντιικής του αντιικού
    αιτιατική τον αντιικό την αντιική το αντιικό
     κλητική αντιικέ αντιική αντιικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αντιικοί οι αντιικές τα αντιικά
      γενική των αντιικών των αντιικών των αντιικών
    αιτιατική τους αντιικούς τις αντιικές τα αντιικά
     κλητική αντιικοί αντιικές αντιικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αντιικός < αντι- + ιικός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική antiviral / antivirus)

  Επίθετο

επεξεργασία

αντιικός, -ή, -ό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία