• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αμφισβήτηση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αμφισβήτηση οι αμφισβητήσεις
      γενική της αμφισβήτησης* των αμφισβητήσεων
    αιτιατική την αμφισβήτηση τις αμφισβητήσεις
     κλητική αμφισβήτηση αμφισβητήσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, αμφισβητήσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

αμφισβήτηση < αρχαία ελληνική ἀμφισβήτησις < ἀμφισβητέω / ἀμφισβητῶ < ἀμφίς + βαίνω

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

αμφισβήτηση θηλυκό

  • η διαφωνία, η αντίρρηση σε κάτι, η έκφραση αντίθετης άποψης ή αμφιβολιών

ΣυνώνυμαΕπεξεργασία

  • αμφιβολία
  • αμφιλογία
  • αντίρρηση

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    αμφισβήτηση
  • αγγλικά : dispute (en), contestation (en)
  • γαλλικά : contestation (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αμφισβήτηση&oldid=5451513"
Τελευταία επεξεργασία στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 16:47
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 16:47.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie