dispute
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
dispute (en)
Ρήμα επεξεργασία
dispute (en)
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
dispute | disputes |
dispute (fr) θηλυκό
dispute (en)
dispute (en)
ενικός | πληθυντικός |
dispute | disputes |
dispute (fr) θηλυκό