• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αντίρρηση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συνώνυμα
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αντίρρηση οι αντιρρήσεις
      γενική της αντίρρησης* των αντιρρήσεων
    αιτιατική την αντίρρηση τις αντιρρήσεις
     κλητική αντίρρηση αντιρρήσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, αντιρρήσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αντίρρηση < (ελληνιστική κοινή) ἀντίρρησις

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /anˈdi.ɾi.si/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αντίρρηση θηλυκό

  1. η έκφραση αντίθετης άποψης, η διαφωνία , ο αντίλογος
  2. διαφορετική ή αντίθετη γνώμη

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • αντιλογία
  • διαφωνία
  • εναντίωση
  • εναντιολογία

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αντίρρηση
  • αγγλικά : objection (en)
  • γαλλικά : objection (fr)
  • γερμανικά : Einwand (de)
  • εσπεράντο : kontraŭparolo (eo)
  • ιαπωνικά : 異議あり (ja) (igiari)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αντίρρηση&oldid=5606306"
Τελευταία επεξεργασία στις 22 Οκτωβρίου 2022, στις 11:52

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    • Polski
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 22 Οκτωβρίου 2022, στις 11:52.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας