αμλετικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- αμλετικός < Άμλετ + -ικός < αγγλική Hamlet, χαρακτήρας του ομώνυμου θεατρικού έργου του Shakespeare
Επίθετο
επεξεργασία
αμλετικός, -ή, -ό
- που έχει σχέση με τον σαιξπηρικό χαρακτήρα του Άμλετ ή αναφέρεται σ’ αυτόν
- ※ Να κυβερνά κανείς ή να μην κυβερνά; Ιδού η απορία. Βεβαίως, τα τελευταία χρόνια, οι έχοντες την εξουσία, ξεπερνούν με χαρακτηριστική ευκολία το αμλετικό δίλημμα και φανερώνουν μια κλίση προς το δεύτερο, κι ας είναι η «κυβέρνηση». (* εφημερίδα Καθημερινή)
- (κατ’ επέκταση) αναποφάσιστος, δίβουλος
- ※ Ο ήρωας που έθεσε το ερώτημα «να ζει κανείς ή να μη ζει» και ταυτίστηκε με την έννοια του μυστηριώδη και αμφιταλαντευόμενου ανθρώπου, παίρνοντας παροιμιώδεις διαστάσεις και γεννώντας με τη συμπεριφορά του το επίθετο «αμλετικός» και τον όρο «αμλετισμός», ζωντανεύει σε μια πρωτότυπη σκηνική ανάγνωση. (* εφημερίδα Ναυτεμπορική)
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αμλετικός
|