Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αλγογόνος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Αντώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αλγογόν
ος
η
αλγογόν
α
το
αλγογόν
ο
γενική
του
αλγογόν
ου
της
αλγογόν
ας
του
αλγογόν
ου
αιτιατική
τον
αλγογόν
ο
την
αλγογόν
α
το
αλγογόν
ο
κλητική
αλγογόν
ε
αλγογόν
α
αλγογόν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αλγογόν
οι
οι
αλγογόν
ες
τα
αλγογόν
α
γενική
των
αλγογόν
ων
των
αλγογόν
ων
των
αλγογόν
ων
αιτιατική
τους
αλγογόν
ους
τις
αλγογόν
ες
τα
αλγογόν
α
κλητική
αλγογόν
οι
αλγογόν
ες
αλγογόν
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
ωραίος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αλγογόνος
<
άλγος
+
-ο-
+
-γόνος
((
μεταφραστικό δάνειο
)
αγγλική
algogenic
)
Επίθετο
επεξεργασία
αλγογόνος, -α, -ο
που προκαλεί
άλγος
,
πόνο
Αντώνυμα
επεξεργασία
αναλγητικός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αλγογόνος
αγγλικά
:
algogenic
(en)