Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αγγειοσυστολή
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
αγγειοσυστολ
ή
οι
αγγειοσυστολ
ές
γενική
της
αγγειοσυστολ
ής
των
αγγειοσυστολ
ών
αιτιατική
την
αγγειοσυστολ
ή
τις
αγγειοσυστολ
ές
κλητική
αγγειοσυστολ
ή
αγγειοσυστολ
ές
Κατηγορία
όπως «
ψυχή
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αγγειοσυστολή
<
ἀγγειοσυστολή
<
ἀγγεῖον
+
συστολή
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αγγειοσυστολή
θηλυκό
η
συστολή
των αιμοφόρων
αγγείων
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αγγειοσυστολή
αγγλικά
:
vasoconstriction
(en)
γαλλικά
:
vasoconstriction
(fr)