Δείτε επίσης: πρώσος
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Πρώσος οι Πρώσοι
      γενική του Πρώσου των Πρώσων
    αιτιατική τον Πρώσο τους Πρώσους
     κλητική Πρώσε Πρώσοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Πρώσος < Πρωσ(ία) + -ος

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈpɾo.sos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πρώ‐σος

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Πρώσος αρσενικό (θηλυκό Πρωσίδα)

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία