Κατηγορία:Επίθετα που κλίνονται όπως το 'γλωσσάς' (νέα ελληνικά)

>> Ομάδα -άς >>

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο γλωσσάς η γλωσσού το γλωσσάδικο
      γενική του γλωσσά της γλωσσούς του γλωσσάδικου
    αιτιατική τον γλωσσά τη γλωσσού το γλωσσάδικο
     κλητική γλωσσά γλωσσού γλωσσάδικο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι γλωσσάδες οι γλωσσούδες τα γλωσσάδικα
      γενική των γλωσσάδων των γλωσσούδων των γλωσσάδικων
    αιτιατική τους γλωσσάδες τις γλωσσούδες τα γλωσσάδικα
     κλητική γλωσσάδες γλωσσούδες γλωσσάδικα
To ουδέτερο, από τα επίθετα σε -ικος.
Το αρσενικό και το θηλυκό, και ως ουσιαστικά.
ομάδα '-άς', Κατηγορία όπως «χορευταράς» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Επίθετα σε -άς, -ού, -άδικο & -ούδικο

γλωσσάς, γλωσσού, γλωσσάδικο & γλωσσούδικο

Δείτε και την Κατηγορία:χορευταράς χωρίς ουδέτερο ‑ούδικο


Περισσότερα στο Παράρτημα

για τους συντάκτες: {{el-κλίση-'γλωσσάς'}}

Σελίδες στην κατηγορία "Επίθετα που κλίνονται όπως το 'γλωσσάς' (νέα ελληνικά)"

Αυτή η κατηγορία περιέχει τις ακόλουθες 6 σελίδες, από 6 συνολικά.