Καλλίμαχος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Καλλίμαχος | οι | Καλλίμαχοι |
γενική | του | Καλλίμαχου & Καλλιμάχου |
των | Καλλίμαχων & Καλλιμάχων |
αιτιατική | τον | Καλλίμαχο | τους | Καλλίμαχους & Καλλιμάχους |
κλητική | Καλλίμαχε | Καλλίμαχοι | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Καλλίμαχος < αρχαία ελληνική Καλλίμαχος < καλλί- + -μαχος (μάχη)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚαλλίμαχος αρσενικό
- (ιστορία, φιλολογία) ανδρικό όνομα
- ※ […] στο ως τώρα άγνωστο αυτό κείμενο (ποιμενική κωμωδία ;) γίνεται λόγος για τον έρωτα τοu Καλλιμάχου και της Ροδάμνιας (Ροδάμνης) και όχι για τον έρωτα του Καλλιμάχου και της Χρυσοpρόης ή του Λιβίστρου και της Ροδάμνης, που γνωρίζουμε από τα γνωστά βυζαντινά ιπποτικά μυθιστορήματα Καλλίμαχος και Χρυσορρόη και Λίβιστρος και Ροδάμνη.
- Γιάννης Κ. Μαυρομμάτης, «Ένα άγνωστο θεατρικό κείμενο του τέλους του 17ου αιώνα από την Πάρο», Αριάδνη 3 (1985), σ. 181. Στον ιστότοπο της Υπηρεσίας Ηλεκτορικών Περιοδικών της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης· πρόσβαση: 2022-09-09.
- ※ […] στο ως τώρα άγνωστο αυτό κείμενο (ποιμενική κωμωδία ;) γίνεται λόγος για τον έρωτα τοu Καλλιμάχου και της Ροδάμνιας (Ροδάμνης) και όχι για τον έρωτα του Καλλιμάχου και της Χρυσοpρόης ή του Λιβίστρου και της Ροδάμνης, που γνωρίζουμε από τα γνωστά βυζαντινά ιπποτικά μυθιστορήματα Καλλίμαχος και Χρυσορρόη και Λίβιστρος και Ροδάμνη.
- ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Καλλιμάχου)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Καλλίμαχος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Καλλίμαχος | οἱ | Καλλίμαχοι |
γενική | τοῦ | Καλλιμάχου | τῶν | Καλλιμάχων |
δοτική | τῷ | Καλλιμάχῳ | τοῖς | Καλλιμάχοις |
αιτιατική | τὸν | Καλλίμαχον | τοὺς | Καλλιμάχους |
κλητική ὦ! | Καλλίμαχε | Καλλίμαχοι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Καλλιμάχω | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Καλλιμάχοιν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΚαλλίμαχος αρσενικό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Καλλίμαχος στη Βικιπαίδεια
- (305-240 π.Χ.) ποιητής και λόγιος των Αλεξανδρινών χρόνων
Πηγές
επεξεργασία- Καλλίμαχος - ΘΕΤΙΜΑ, Αρχαίες Ελληνικές Διάλεκτοι - Λεξικό κυρίων ονομάτων στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Καλλίμαχος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.