Δείτε επίσης: κήρινθος
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Κήρινθος
      γενική της Κηρίνθου
    αιτιατική την Κήρινθο
     κλητική Κήρινθε
Κατηγορία όπως «άμπελος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Κήρινθος < αρχαία ελληνική Κήρινθος

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈci.ɾin.θos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κή‐ριν‐θος

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κήρινθος θηλυκό, μόνο στον ενικό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία



↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική / Κήρινθος οἱ/αἱ Κήρινθοι
      γενική τοῦ/τῆς Κηρίνθου τῶν Κηρίνθων
      δοτική τῷ/τῇ Κηρίνθ τοῖς/ταῖς Κηρίνθοις
    αιτιατική τὸν/τὴν Κήρινθον τοὺς/τὰς Κηρίνθους
     κλητική ! Κήρινθε Κήρινθοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Κηρίνθω
γεν-δοτ τοῖν  Κηρίνθοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «κάμηλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Κήρινθος < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κήρινθος

  1. πόλη της Εύβοιας (θηλυκό)
  2. ανδρικό όνομα (αρσενικό)