↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Θαργηλιών οἱ Θαργηλιῶνες
      γενική τοῦ Θαργηλιῶνος τῶν Θαργηλιώνων
      δοτική τῷ Θαργηλιῶν τοῖς Θαργηλιῶσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν Θαργηλιῶν τοὺς Θαργηλιῶνᾰς
     κλητική ! Θαργηλιών Θαργηλιῶνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Θαργηλιῶνε
γεν-δοτ τοῖν  Θαργηλιώνοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'χειμών' όπως «χειμών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Θαργηλιών < θάργηλος < θαλύσιος < Θαλύσια (γιορτή προσφορών στην αρχή συγκομιδής) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Θαργηλιών, -ῶνος αρσενικό

  • (μήνας του αττικού ημερολογίου) Θαργηλιώνας, ο ενδέκατος μήνας των αρχαίων Αθηναίων, τέλη Απριλίου με τέλη Μαΐου
    ※  4ος πκε αιώνας Δημοσθένης, Περὶ τοῦ στεφάνου (Ὑπὲρ Κτησιφῶντος), 164
    εἰ δὲ μή, πρὸς τὸ βουλεύσασθαι δοῦναι χρόνον τῇ πόλει καὶ τὰς ἀνοχὰς ποιήσασθαι μέχρι τοῦ θαργηλιῶνος μηνός.
    διαφορετικά, να δώσει στην πόλη χρόνο να αποφασίσει και να κάνει ανακωχή ως το μήνα Θαργηλιώνα.
    Μετάφραση (2012): Α.Ι. Γιαγκόπουλος, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία