Ετυμολογία

επεξεργασία
Εσθήρ < ελληνιστική κοινή Ἐσθήρ < εβραϊκή עשתר (η περσική θεότητα: Ιστάρ)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /eˈsθiɾ/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Εσθήρ θηλυκό άκλιτο

  1. γυναικείο όνομα
  2. ένα από τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης

  Μεταφράσεις

επεξεργασία