Δείτε επίσης: αφγανή

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Αφγανή οι Αφγανές
      γενική της Αφγανής των Αφγανών
    αιτιατική την Αφγανή τις Αφγανές
     κλητική Αφγανή Αφγανές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Αφγανή < Αφγαν(ός) +

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /af.ɣaˈni/
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: Αφ‐γα‐νή
ομόηχο: Αφγανοί

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αφγανή θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Αφγανός