↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Αμερικανική Σαμόα οι Αμερικανικές Σαμόα
      γενική της Αμερικανικής Σαμόα των Αμερικανικών Σαμόα
    αιτιατική την Αμερικανική Σαμόα τις Αμερικανικές Σαμόα
     κλητική Αμερικανική Σαμόα Αμερικανικές Σαμόα
Νήσοι Σαμόα, άκλιτο.
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Αμερικανική Σαμόα < → δείτε τις λέξεις αμερικανικός και Σαμόα, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική American Samoa

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.me.ɾi.ka.niˈci saˈmo.a/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Αμερικανική Σαμόα θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία