Ειρηνικός
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ειρηνικός | ||
γενική | του | Ειρηνικού | ||
αιτιατική | τον | Ειρηνικό | ||
κλητική | Ειρηνικέ | |||
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία Επεξεργασία
- Ειρηνικός < Ειρηνικός Ωκεανός με παράλειψη του ουσιαστικού ωκεανός
Κύριο όνομαΕπεξεργασία
Ειρηνικός αρσενικό
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
→ δείτε και τη λέξη Ειρηνικός Ωκεανός