so
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
so (en)
ΣύνδεσμοςΕπεξεργασία
so (en)
- οπότε, λοιπόν
- ↪ We don’t have money; so, we will no go on vacation this year.
- Δεν έχουμε λεφτά· λοιπόν, δεν θα πάμε διακοπές φέτος.
- ↪ It’s late; so good night
- Είναι αργά· καληνύχτα λοιπόν
- ↪ We don’t have money; so, we will no go on vacation this year.
Επεξεργασία
Βοσνιακά (bs)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
so (bs)
Εσπεράντο (eo)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
so (eo)
Σερβικά (sr)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
so (sr)
- λατινική γραφή του со