very
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαvery (en) (χωρίς παραθετικά, μόνο πριν από το ουσιαστικό)
- ίδιος, ακόμα και, ακριβώς, κιόλας, χρησιμοποιείται για να τονίσει ότι μιλάω για ένα συγκεκριμένο πράγμα ή πρόσωπο και όχι για κάποιο άλλο
- ⮡ Those are his very words.
- Αυτά είναι τα ίδια του τα λόγια.
- ⮡ He knows our very thoughts.
- Ξέρει ακόμα και τις σκέψεις μας.
- ⮡ at that very moment - εκείνη ακριβώς τη στιγμή
- ⮡ It’s the very thing/person I want.
- Είναι ακριβώς το πράγμα/ο άνθρωπος που θέλω.
- ⮡ I will return it to you this very evening.
- Απόψε κιόλας θα σου το επιστρέψω.
- ⮡ Those are his very words.
- χρησιμοποιείται για να τονίσει έναν ακραίο τόπο ή χρόνο
- ⮡ Especially in the very beginning, several problems await you in your finances.
- Ειδικά στην αρχή αρχή σε περιμένουν αρκετά προβλήματα στα οικονομικά σου.
- ⮡ He lives at the very edge of town.
- Ζει εντελώς στην άκρη της πόλης.
- ⮡ a fight until the very end - αγώνας μέχρι τέλους
- ⮡ Especially in the very beginning, several problems await you in your finances.
- και μόνο, χρησιμοποιείται για να τονίσει ένα ουσιαστικό
Επίρρημα
επεξεργασίαvery (en) (χωρίς παραθετικά)
- πολύ, παρά πολύ, σε μεγάλο βαθμό, ένταση, ή ποσότητα
- ⮡ He is very good but Peter is much better.
- Είναι πολύ καλός αλλά ο Πέτρος είναι πολύ καλύτερος.
- ⮡ It was still very early.
- Ήταν πολύ νωρίς ακόμα.
- ⮡ It is very kind of you.
- Είναι πολύ ευγενικό εκ μέρους σας.
- ⮡ He is very kind.
- Αυτός είναι πάρα πολύ καλός.
- ⮡ very carefully - πάρα πολύ προσεχτικά
- ⮡ a very useful book - ένα πάρα πολύ χρήσιμο βιβλίο
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη extremely
- ⮡ He is very good but Peter is much better.
- (εμφατική χρήση) ο πιο, η πιο, το πιο
- ⮡ the very last - ο πιο τελευταίος, ο τελευταίος, ο ύστατος
- ⮡ Those are his very own words.
- Αυτά είναι τα ίδια του τα λόγια.
- (the very same) ακριβώς
- ⮡ I encountered, by chance, the very same man that I was looking for.
- Συνάντησα κατά τύχη τον άνθρωπο ακριβώς που ζητούσα.
- ⮡ I encountered, by chance, the very same man that I was looking for.
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- very (adjective) - Oxford Learner's Dictionaries
- very (adverb) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 721-722. ISBN 9780194325684., λήμμα: πολύ