Ετυμολογία

επεξεργασία
very much < → δείτε τις λέξεις very και much

very much (en)

  1. (much ως αντωνυμία) τόσος πολύς
    ⮡  I learned very much.
    Έμαθα πολλά.
    ⮡  They said very much against him.
    Είπαν τόσα πολλά εναντίον του.
    ⮡  I have done very much for you.
    Έχω κάνει τόσα για σένα.
  2. (much ως επίρρημα) πολύ, πάρα πολύ, συχνά, μεγάλος
    ⮡  Usually I don't work very much.
    Συνήθως δεν δουλεύω πολύ.
    ⮡  I love you very much.
    Σ' αγαπώ πάρα πολύ.
    ⮡  Thank you very much.
    Ευχαριστώ πάρα πολύ.
    ⮡  I don't travel very much.
    Δεν ταξιδεύω συχνά.
    ⮡  Did you wait very much?
    Περίμενες πολύ.
    ⮡  It’s very much unlikely.
    Είναι πολύ απίθανο.
    ⮡  It would do you very much good.
    Θα σου κάνει πάρα πολύ καλό.
    ⮡  It was very much fun.
    Είχε μεγάλη πλάκα.
  3. (much ως προσδιοριστής) τόσος
    ⮡  I have very much work today!
    Έχω τόση δουλειά σήμερα!
    ⮡  I don’t want very much food.
    Δε θέλω τόσο φαγητό.

Σημειώσεις

επεξεργασία
  • χρησιμοποιείται μόνο με μη μετρήσιμα ουσιαστικά
  • very many μόνο χρησιμοποιείται με μετρήσιμα ουσιαστικά στον πληθυντικό αριθμό

Συγγενικά

επεξεργασία