↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το -κομμα τα -κόμματα
      γενική του -κόμματος των -κομμάτων
    αιτιατική το -κομμα τα -κόμματα
     κλητική -κομμα -κόμματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
-κομμα < ρήμα κόβ(ω) + -μα με αποβολή του [v] πριν από το [m] και ορθογράφηση κατά το άλειμμα [1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ko.ma/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -κομ‐μα

  Επίθημα

επεξεργασία

-κομμα

Σημειώσεις

επεξεργασία

Παρόμοια:

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία