ἐρῳδιός
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | ἐρῳδιός | οἱ | ἐρῳδιοί |
γενική | τοῦ | ἐρῳδιοῦ | τῶν | ἐρῳδιῶν |
δοτική | τῷ | ἐρῳδιῷ | τοῖς | ἐρῳδιοῖς |
αιτιατική | τὸν | ἐρῳδιόν | τοὺς | ἐρῳδιούς |
κλητική ὦ! | ἐρῳδιέ | ἐρῳδιοί | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἐρῳδιώ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἐρῳδιοῖν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἐρῳδιός < Σύμφωνα με τον Beekes και τον Μπαμπινιώτη το θέμα της λέξης (+ επίθημα -ιός όπως και στα πουλιά αἰγυπιός, αἰγωλιός, χαραδριός) δεν μπορεί να έχει τυχαία σχέση με πιθανά συγγενή, όπως η λατινική ardea (ερωδιός) και η σερβοκροατική róda (πελαργός).[1] Λόγω των παραλλαγών της λέξης ο Beekes πιθανολογεί προελληνική προέλευση.[2]
Ουσιαστικό
επεξεργασίαἐρῳδιός, -οῦ αρσενικό
- (πτηνό) ερωδιός
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 10 (Κ. Δολώνεια.), στίχ. 274 (274-276)
- τοῖσι δὲ δεξιὸν ἧκεν ἐρωδιὸν ἐγγὺς ὁδοῖο | Παλλὰς Ἀθηναίη· τοὶ δ᾽ οὐκ ἴδον ὀφθαλμοῖσι | νύκτα δι᾽ ὀρφναίην, ἀλλὰ κλάγξαντος ἄκουσαν.
- Δεξιά του δρόμου ερωδιόν τούς έστειλε σιμά τους | η Αθηνά, και το πουλί τα μάτια τους δεν είδαν | εις το σκοτάδι, αλλ᾽ άκουσαν τον ήχον της φωνής του.
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- τοῖσι δὲ δεξιὸν ἧκεν ἐρωδιὸν ἐγγὺς ὁδοῖο | Παλλὰς Ἀθηναίη· τοὶ δ᾽ οὐκ ἴδον ὀφθαλμοῖσι | νύκτα δι᾽ ὀρφναίην, ἀλλὰ κλάγξαντος ἄκουσαν.
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοφάνης, Ὄρνιθες, στίχ. 885 (881-886)
- [ΙΕ.] καὶ ἥρωσιν ὄρνισι καὶ ἡρώων παισί, πορφυρίωνι καὶ | πελεκᾶντι καὶ πελεκίνῳ καὶ φλέξιδι καὶ τέτρακι καὶ | ταὧνι καὶ ἐλεᾷ καὶ βασκᾷ καὶ ἐλασᾷ καὶ ἐρῳδιῷ καὶ | καταρράκτῃ καὶ μελαγκορύφῳ καὶ αἰγιθάλῳ—
- [ΙΕ.] και στους πετούμενους ήρωες και στων ηρώων τα παιδιά, στον κοκκινομύτη | και στον ξυλοφαγά και στον πελεκάνο και στον τσουτσουλιάνο | και στο φασιανό και στο παγόνι και στον ελεά και στον τσοπανάκο και στον γκιόνη και στον τσικνιά και | στο γλαρόνι και στον μπεκαφίκο και στο τρυποκάρυδο...
- Μετάφραση (1967): Θρασύβουλος Σταύρου, Αθήνα: Τυποβιβλιοτεχνική @greek‑language.gr
- [ΙΕ.] καὶ ἥρωσιν ὄρνισι καὶ ἡρώων παισί, πορφυρίωνι καὶ | πελεκᾶντι καὶ πελεκίνῳ καὶ φλέξιδι καὶ τέτρακι καὶ | ταὧνι καὶ ἐλεᾷ καὶ βασκᾷ καὶ ἐλασᾷ καὶ ἐρῳδιῷ καὶ | καταρράκτῃ καὶ μελαγκορύφῳ καὶ αἰγιθάλῳ—
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοτέλης, Τῶν περὶ τὰ ζῷα ἱστοριῶν, 9, 1 @scaife.perseus
- Τῶν δ’ ἐρωδιῶν ἐστὶ τρία γένη, ὅ τε πέλλος καὶ ὁ λευκὸς καὶ ὁ ἀστερίας καλούμενος.
- ≈ συνώνυμα: λατινικά ardea
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 10 (Κ. Δολώνεια.), στίχ. 274 (274-276)
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣύνθετα
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ ερωδιός - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- ↑ ἐρῳδιός σελ. 468-469 - Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 1‑2.
Πηγές
επεξεργασία- ἐρῳδιός - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἐρῳδιός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.