χαραδριός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- χαραδριός < αρχαία ελληνική χαραδριός
Ουσιαστικό επεξεργασία
χαραδριός
Μεταφράσεις επεξεργασία
χαραδριός
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- χαραδριός < χαράδρα
Ουσιαστικό επεξεργασία
χαραδριός αρσενικό
- κιτρινωπό πουλί που ζει σε χαράδρες, ίσως το Charadrius oedicnemus