ἐναργής
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία→ γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ/ἡ | ἐναργής | τὸ | ἐναργές | ||
γενική | τοῦ/τῆς | ἐναργοῦς | τοῦ | ἐναργοῦς | ||
δοτική | τῷ/τῇ | ἐναργεῖ | τῷ | ἐναργεῖ | ||
αιτιατική | τὸν/τὴν | ἐναργῆ | τὸ | ἐναργές | ||
κλητική ὦ! | ἐναργές | ἐναργές | ||||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
ονομαστική | οἱ/αἱ | ἐναργεῖς | τὰ | ἐναργῆ | ||
γενική | τῶν | ἐναργῶν | τῶν | ἐναργῶν | ||
δοτική | τοῖς/ταῖς | ἐναργέσῐ(ν) | τοῖς | ἐναργέσῐ(ν) | ||
αιτιατική | τοὺς/τὰς | ἐναργεῖς | τὰ | ἐναργῆ | ||
κλητική ὦ! | ἐναργεῖς | ἐναργῆ | ||||
δυϊκός | ||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἐναργεῖ | τὼ | ἐναργεῖ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἐναργοῖν | τοῖν | ἐναργοῖν | ||
3η κλίση, Κατηγορία 'συνεχής' όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἐναργής < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαἐναργής -ής, -ές
- ορατός, εμφανής, ευδιάκριτος, χειροπιαστός, ευκρινής, ολοκάθαρος
- προφανής, καταφανής, κατανοητός, ξεκάθαρος
- ※ 5ος αιώνας πκε, ⌘Σοφοκλής, Ἀντιγόνη, 795-798
- νικᾷ δ᾽ ἐναργὴς βλεφάρων | ἵμερος εὐλέκτρου | νύμφας, τῶν μεγάλων πάρεδρος ἐν ἀρχαῖς | θεσμῶν·
- μα ολόφαντος μέσ᾽ απ᾽ τα βλέφαρα | της νύφης τής λαχταριστής νικάει ο Πόθος, | πάρεδρος των μεγάλων των θεσμών | που αιώνια κυβερνούν τον κόσμο·
- Μετάφραση (1940), Ι.Ν. Γρυπάρης @greek-language.gr
- ※ 5ος αιώνας πκε, ⌘Σοφοκλής, Ἀντιγόνη, 795-798
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ἐναργής - Βασικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής - Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2006‑2008. greek‑language.gr
- ἐναργής - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἐναργής - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.