ἐγκρυφίας
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | ἐγκρυφίᾱς | οἱ | ἐγκρυφίαι |
γενική | τοῦ | ἐγκρυφίου | τῶν | ἐγκρυφιῶν |
δοτική | τῷ | ἐγκρυφίᾳ | τοῖς | ἐγκρυφίαις |
αιτιατική | τὸν | ἐγκρυφίᾱν | τοὺς | ἐγκρυφίᾱς |
κλητική ὦ! | ἐγκρυφίᾱ | ἐγκρυφίαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἐγκρυφίᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἐγκρυφίαιν | ||
Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ. | ||||
1η κλίση, ομάδα 'νεανίας', Κατηγορία 'νεανίας' όπως «νεανίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἐγκρυφίας < ἔγκρυφ(ος) + -ίας
Ουσιαστικό
επεξεργασίαἐγκρυφίας, -ου αρσενικό
- (γαστρονομία) είδος ψωμιού που ψήθηκε στη χόβολη
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἱπποκράτης, Περὶ διαίτης ὀξέων, De diaeta acutorum, 21, @scaife.perseus
- ἢν δὲ μὴ, ὁ χυλὸς τῶν σητανίων πυρῶν παχὺς, ψυχρὸς, καὶ τὸ φάκινον ἔτνος, καὶ ἄρτοι ἐγκρυφίαι, καὶ ἰχθύες πυρέσσοντι μὲν ἑφθοὶ, ἀπυρέτῳ δὲ ἐόντι ὀπτοὶ, καὶ οἶνος μέλας ἀπυρέτῳ·
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἱπποκράτης, Γυναικεῖα, (De muliebribus), 1.34, p. 80, @scaife.perseus
- Ἢν ἐν τόκῳ κάθαρσις ἴῃ πολλὴ, ἡ ὑστέρη ξυνέλκεται καὶ ἡ κύστις καὶ τὸ ἔντερον, καὶ οὔτε τὸ κόπριον κατέχουσιν οὔτε τὸ οὖρον, προΐενται δέ· ὠὰ οὖν ῥοφεῖν δίδου, καὶ ἄρτον ἐγκρυφίην τρώγειν καὶ ἄσσα λοιπὰ γέγραπται.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἱπποκράτης, De diaeta, 2.42, p. 540, @scaife.perseus
- Οἱ δὲ κλιβανίται καὶ οἱ ἐγκρυφίαι ξηρότατοι, οἱ μὲν διὰ τὴν σποδὸν, οἱ δὲ διὰ τὸ ὄστρακον ἐκπινόμενοι τὸ ὑγρόν.
- ※ 3ος/2ος πκε αιώνας ⌘ Παλαιὰ Διαθήκη κατά την μετάφραση των Εβδομήκοντα , Γένεσις, 18.6, @scaife.perseus
- καὶ ἔσπευσεν Ἀβραὰμ ἐπὶ τὴν σκηνὴν πρὸς Σάρραν καὶ εἶπεν αὐτῇ Σπεῦσον καὶ φύρασον τρία μέτρα σεμιδάλεως καὶ ποίησον ἐγκρυφίας.
- ※ 2/3ος κε αιώνας ⌘ Ἀθήναιος ὁ Nαυκρατίτης, Δειπνοσοφισταί, 3, 74 , 110a, @scaife.perseus, @el.wikisource
- ἐγκρυφίαν. τούτου μνημονεύει Νικόστρατος ἐν Ἱεροφάντῃ καὶ ὁ ὀψοδαίδαλος Ἀρχέστρατος, οὗ κατὰ καιρὸν τὸ μαρτύριον παραθήσομαι.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἱπποκράτης, Περὶ διαίτης ὀξέων, De diaeta acutorum, 21, @scaife.perseus
- (για ανθρώπους) δόλιος, ύπουλος
Άλλες μορφές
επεξεργασία- ποιητικός τύπος: ἐγκρυφίην (αιτιατική ενικού)
Πηγές
επεξεργασία- ἐγκρυφίας - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἐγκρυφίας - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.