• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ωμιαίος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ωμιαίος η ωμιαία το ωμιαίο
      γενική του ωμιαίου της ωμιαίας του ωμιαίου
    αιτιατική τον ωμιαίο την ωμιαία το ωμιαίο
     κλητική ωμιαίε ωμιαία ωμιαίο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ωμιαίοι οι ωμιαίες τα ωμιαία
      γενική των ωμιαίων των ωμιαίων των ωμιαίων
    αιτιατική τους ωμιαίους τις ωμιαίες τα ωμιαία
     κλητική ωμιαίοι ωμιαίες ωμιαία
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «ωραίος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
ωμιαίος < ὠμιαῖος στην καθαρεύουσα < αρχαία ελληνική ὦμος

Επίθετο

επεξεργασία

ωμιαίος, -α, -ο

  • σχετικός με τον ώμο
ωμιαία άρθρωση

Συγγενικά

επεξεργασία
  • ωμικός
  • ώμος

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ωμιαίος
  • αγγλικά : shoulder related (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ωμιαίος&oldid=7110582"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαΐου 2025, στις 16:01

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαΐου 2025, στις 16:01.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας