• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ψάξιμο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  προσχέδιο λήμματος: μπορείτε να βοηθήσετε επεκτείνοντάς το λήμμα
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ψάξιμο τα ψαξίματα
      γενική του ψαξίματος των ψαξιμάτων
    αιτιατική το ψάξιμο τα ψαξίματα
     κλητική ψάξιμο ψαξίματα
Κατηγορία όπως «δέσιμο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ψάξιμο < ψάχ-νω < αρχαία ελληνική ἔψαυκα, παρακείμενος του ψαύω

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ψάξιμο ουδέτερο

  • αναζήτηση, έρευνα, αλλά συνήθως για αντικείμενα

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • ψαγμένος
  • ψαχουλεύω

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ψάξιμο
  • αγγλικά : research (en), search (en)
  • γαλλικά : fouille (fr), recherche (fr)
  • γερμανικά : Suche (de)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ψάξιμο&oldid=5529490"
Τελευταία επεξεργασία στις 5 Φεβρουαρίου 2022, στις 09:41

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 5 Φεβρουαρίου 2022, στις 09:41.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie