χατίρι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | χατίρι | τα | χατίρια |
γενική | του | χατιριού | των | χατιριών |
αιτιατική | το | χατίρι | τα | χατίρια |
κλητική | χατίρι | χατίρια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- χατίρι < (άμεσο δάνειο) τουρκική hatır "χάρη" < αραβική خاطر (χātir)
Ουσιαστικό επεξεργασία
χατίρι ουδέτερο