Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

χατιρικώς < χατιρικῶς λόγια λέξη της καθαρεύουσας για το χατιρικά

  Επίρρημα επεξεργασία

χατιρικώς

... βαθαίνει τη διεθνώς καλλιεργημένη αντίληψη ότι η χώρα μας χατιρικώς εντάσσεται στον προηγμένο κόσμο
Εχεις πολλές απουσίες, αλλά θα πάρεις το απολυτήριο χατιρικώς μη χάσεις τη χρονιά σου, μια που είναι κι ο πατέρας σου συνάδελφος

  Μεταφράσεις επεξεργασία