Ετυμολογία

επεξεργασία

χαριστικά < χαριστικός

Επίρρημα

επεξεργασία

χαριστικά

του δόθηκε χαριστικά μια μικρή παράταση για να ξεπληρώσει το χρέος του

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία