χαμηλόσυχνος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χαμηλόσυχνος < χαμηλός + -ο- + συχνός (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική low-frequency)
Επίθετο
επεξεργασίαχαμηλόσυχνος, -η, -ο
- που λειτουργεί σε χαμηλές συχνότητες ή παράγει χαμηλές συχνότητες
Αντώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία χαμηλόσυχνος