φωτοβιολογικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- φωτοβιολογικός < φωτοβιολογ(ία) + -ικός, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική photobiological. Μορφολογικά αναλύεται σε φωτο- + βιολογικός
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /fo.to.vi.o.lo.ʝiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φω‐το‐βι‐ο‐λο‐γι‐κός
Επίθετο επεξεργασία
φωτοβιολογικός, -ή, -ό
- (βιολογία) ο σχετικός με τη φωτοβιολογία
Μεταφράσεις επεξεργασία
φωτοβιολογικός