Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φυλλοστρωμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
φυλλοστρωμέν
ος
η
φυλλοστρωμέν
η
το
φυλλοστρωμέν
ο
γενική
του
φυλλοστρωμέν
ου
της
φυλλοστρωμέν
ης
του
φυλλοστρωμέν
ου
αιτιατική
τον
φυλλοστρωμέν
ο
τη
φυλλοστρωμέν
η
το
φυλλοστρωμέν
ο
κλητική
φυλλοστρωμέν
ε
φυλλοστρωμέν
η
φυλλοστρωμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
φυλλοστρωμέν
οι
οι
φυλλοστρωμέν
ες
τα
φυλλοστρωμέν
α
γενική
των
φυλλοστρωμέν
ων
των
φυλλοστρωμέν
ων
των
φυλλοστρωμέν
ων
αιτιατική
τους
φυλλοστρωμέν
ους
τις
φυλλοστρωμέν
ες
τα
φυλλοστρωμέν
α
κλητική
φυλλοστρωμέν
οι
φυλλοστρωμέν
ες
φυλλοστρωμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
φυλλοστρωμένος
<
φύλλο
+
-ο-
+
στρωμένος
Μετοχή
επεξεργασία
φυλλοστρωμένος
που έχει
στρωθεί
με
φύλλα
Άλλες μορφές
επεξεργασία
φυλλόστρωτος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
φύλλο
και
στρώνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φυλλοστρωμένος
→
δείτε
τη λέξη
φυλλόστρωτος