Ετυμολογία

επεξεργασία
φρουτοπαραγωγός < φρούτ(ο) + -παραγωγός
ΔΦΑ : /fɾu.to.pa.ɾa.ɣoˈɣos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φρουτοπαραγωγός

Ουσιαστικό

επεξεργασία