φρουτοπαραγωγός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- φρουτοπαραγωγός < φρούτ(ο) + -παραγωγός
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /fɾu.to.pa.ɾa.ɣoˈɣos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φρου‐το‐πα‐ρα‐γω‐γός
Επίθετο
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
→ γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομαστική | ο/η | φρουτοπαραγωγός | το | φρουτοπαραγωγό | ||
γενική | του/της | φρουτοπαραγωγού | του | φρουτοπαραγωγού | ||
αιτιατική | τον/τη | φρουτοπαραγωγό | το | φρουτοπαραγωγό | ||
κλητική | φρουτοπαραγωγέ | φρουτοπαραγωγό | ||||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
→ γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομαστική | οι | φρουτοπαραγωγοί | τα | φρουτοπαραγωγά | ||
γενική | των | φρουτοπαραγωγών | των | φρουτοπαραγωγών | ||
αιτιατική | τους/τις | φρουτοπαραγωγούς | τα | φρουτοπαραγωγά | ||
κλητική | φρουτοπαραγωγοί | φρουτοπαραγωγά | ||||
Επίθετο που δε συνηθίζει τον νεότερο τύπο του θηλυκού σε -ή. | ||||||
ομάδα '-ός -ός -ό', Κατηγορία όπως «εξαγωγός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
φρουτοπαραγωγός, -ός, -ό
- που παράγει φρούτα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαφρουτοπαραγωγός αρσενικό ή θηλυκό
Μεταφράσεις
επεξεργασία φρουτοπαραγωγός
Πηγές
επεξεργασία- Όροι με λέξη-1 — Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη ISBN:960-231-097-9 & online @greek-language.gr (συντομογραφίες, αστερίσκος για λέξεις στη λογοτεχνία)