φιλεμένος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /fi.leˈme.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φι‐λε‐μέ‐νος
Μετοχή
επεξεργασίαφιλεμένος, -η, -ο
- μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος φιλεύω: κερασμένος μέσα σε σπίτι
- ⮡ Δοκίμασέ το! Εϊναι φιλεμένο απ' τη θεια μου που είναι σπουδαία μαγείρισσα.
Μεταφράσεις
επεξεργασία κερασμένος στο σπίτι
|