• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

υπόδειξη

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η υπόδειξη οι υποδείξεις
      γενική της υπόδειξης* των υποδείξεων
    αιτιατική την υπόδειξη τις υποδείξεις
     κλητική υπόδειξη υποδείξεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, υποδείξεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

υπόδειξη < (ελληνιστική κοινή) ὑπόδειξις < αρχαία ελληνική ὑποδείκνυμι < ὑπό + δείκνυμι

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

υπόδειξη θηλυκό

  • η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του υποδεικνύω

ΣυνώνυμαΕπεξεργασία

  • συμβουλή

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    υπόδειξη
  • αγγλικά : advice (en), indication (en), pointer (en)
  • γαλλικά : indication (fr), directive (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=υπόδειξη&oldid=5524003"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 19:14
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 19:14.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie