Δείτε επίσης: ὑπο-, υπό, υπο-

Αρχαία ελληνικά (grc)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ὑπό < πιθανόν πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *upo < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *up- [1] (υπό) που θεωρείται επίσης ρίζα του λατινικού sub με δυσεξήγητο s-

  ΠρόθεσηΕπεξεργασία

  1. κάτω, κρυμμένο, κάτω από
    ξιφίδια ὑπό μάλης
  2. για δήλωση της αιτίας
    ἀπώλλυτο ὑπό λιμοῦ
  3. για δήλωση του χρόνου
    «ὑπό νύκτα» (στη διάρκεια της νύχτας)
  4. για δήλωση της συνοδείας
    ´κατέσκαπτον τά τείχη ὑπό αὐλητρίδων (κατέσκαπταν τα τείχη υπό τον ήχο αυλών)
  5. (ως πρόθημα) → δείτε τη λέξη ὑπο-

Άλλες μορφέςΕπεξεργασία

ΑντώνυμαΕπεξεργασία

ΣύνθεταΕπεξεργασία

  ΑναφορέςΕπεξεργασία

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 

  ΠηγέςΕπεξεργασία