υπό
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- υπό < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ὑπό
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.po/ προφέρεται άτονο με τόνο στην επόμενη λέξη, εκτός από περιπτώσεις έμφασης
- τυπογραφικός συλλαβισμός : υ‐πό
Πρόθεση
επεξεργασίαυπό
- (λόγιο) συνήθως σε εκφράσεις:
- (+ αιτιατική)
- κάτω από
- υπό το μηδέν
- μέσα σε συγκεκριμένες συνθήκες
- ⮡ υπό καταρρακτώδη βροχή
- ⮡ 40 βαθμοί Κελσίου υπό σκιάν
- (μεταφορικά) για να δηλωθεί κατώτερη θέση ή υποδούλωση, καταπίεση κλπ
- ⮡ υπό τον ζυγό της δουλείας
- ⮡ ιστοσελίδα υπό κατασκευή
- κάτω από
- (+ γενική, παρωχημένο για να δηλωθεί το πρόσωπο που ενεργεί σε παθητική σύνταξη (ποιητικό αίτιο)
- ⮡ Υπόμνημα, συνταχθέν υπό του τάδε
- (+ αιτιατική)
Εκφράσεις
επεξεργασία- υπ' ατμόν
- υπό αίρεσιν
- υπό μορφήν
- υπό σκιάν
- υπό το μηδέν
- υπό κλίμακα
- (Χρειάζεται επεξεργασία)
Σύνθετα
επεξεργασία- υπο- & οι μορφές του Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα υπο- στο Βικιλεξικό