↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η υπερχορδή οι υπερχορδές
      γενική της υπερχορδής των υπερχορδών
    αιτιατική την υπερχορδή τις υπερχορδές
     κλητική υπερχορδή υπερχορδές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
υπερχορδή < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική superstring

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

υπερχορδή θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία