• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

δομικός

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
 προσχέδιο λήμματος: μπορείτε να βοηθήσετε επεκτείνοντάς το λήμμα
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο δομικός η δομική το δομικό
      γενική του δομικού της δομικής του δομικού
    αιτιατική τον δομικό τη δομική το δομικό
     κλητική δομικέ δομική δομικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι δομικοί οι δομικές τα δομικά
      γενική των δομικών των δομικών των δομικών
    αιτιατική τους δομικούς τις δομικές τα δομικά
     κλητική δομικοί δομικές δομικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
δομικός < δομή + -ικός

Επίθετο

επεξεργασία

δομικός

  • αυτός που είναι σχετικός με τη δομή ή τη δόμηση

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    δομικός
  • αγγλικά : construction (en), structural (en)
  • γαλλικά : structurel (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=δομικός&oldid=5467939"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 12:41

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 12:41.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας