↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η τηλεκριτικός οι τηλεκριτικοί
      γενική του/της τηλεκριτικού των τηλεκριτικών
    αιτιατική τον/την τηλεκριτικό τους/τις τηλεκριτικούς
     κλητική τηλεκριτικέ τηλεκριτικοί
Κατηγορία όπως «γιατρός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τηλεκριτικός < τηλε- + κριτικός

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τηλεκριτικός αρσενικό ή θηλυκό

  1. που είναι κριτικός τηλεοπτικών εκπομπών
  2. (ουσιαστικοποιημένο) τηλεκριτική

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο τηλεκριτικός η τηλεκριτική το τηλεκριτικό
      γενική του τηλεκριτικού της τηλεκριτικής του τηλεκριτικού
    αιτιατική τον τηλεκριτικό την τηλεκριτική το τηλεκριτικό
     κλητική τηλεκριτικέ τηλεκριτική τηλεκριτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι τηλεκριτικοί οι τηλεκριτικές τα τηλεκριτικά
      γενική των τηλεκριτικών των τηλεκριτικών των τηλεκριτικών
    αιτιατική τους τηλεκριτικούς τις τηλεκριτικές τα τηλεκριτικά
     κλητική τηλεκριτικοί τηλεκριτικές τηλεκριτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Επίθετο

επεξεργασία

τηλεκριτικός

  Μεταφράσεις

επεξεργασία