τεϊόδεντρο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τεϊόδεντρο < τέιον + -ο- + δέντρο (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική arbre à thé[1])
Ουσιαστικό
επεξεργασίατεϊόδεντρο ουδέτερο
- (φυτό) μικρό δέντρο ή θάμνος (Melaleuca alternifolia), που προέρχεται από την Αυστραλία και είναι γνωστό για το αιθέριο έλαιό του, το οποίο χρησιμοποιείται ευρέως για τις αντισηπτικές και αντιβακτηριδιακές του ιδιότητες
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία- ↑ τεϊόδεντρο - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)