πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σύσκιο τα σύσκια
      γενική του σύσκιου των σύσκιων
    αιτιατική το σύσκιο τα σύσκια
     κλητική σύσκιο σύσκια
Με συνίζηση στην κατάληξη: προφέρεται ως παροξύτονο.
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία 1

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

σύσκιο ουδέτερο

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Ετυμολογία 2

επεξεργασία
σύσκιο: κλιτικός τύπος

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία