↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η συρτή οι συρτές
      γενική της συρτής των συρτών
    αιτιατική τη συρτή τις συρτές
     κλητική συρτή συρτές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
συρτή < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου συρτός[1]

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

συρτή θηλυκό


Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

συρτή

Ομώνυμα / Ομόηχα

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία