Άνοιγμα κυρίου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Είσοδος
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
συνάντηση
Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ελληνικά (el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Μεταφράσεις
Ελληνικά (el)
Επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
συνάντησ
η
οι
συναντήσ
εις
γενική
της
συνάντησ
ης
&
συναντήσ
εως
των
συναντήσ
εων
αιτιατική
τη
συνάντησ
η
τις
συναντήσ
εις
κλητική
συνάντησ
η
συναντήσ
εις
όπως «
δύναμη
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
Επεξεργασία
συνάντηση
< <
αρχαία ελληνική
συνάντησις
<
συναντάω, --ῶ
<
σύν
+
ἀντάω
Προφορά
Επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
siˈnan.di.si
/
Ουσιαστικό
Επεξεργασία
συνάντηση
θηλυκό
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του
συναντώ
, το
αντάμωμα
Μεταφράσεις
Επεξεργασία
συνάντηση
αγγλικά
:
meeting
(en)
βουλγαρικά
:
среща
(bg)
γαλλικά
:
rencontre
(fr)
,
meeting
(fr)
ισπανικά
:
encuentro
(es)
πολωνικά
:
spotkanie
(pl)
πορτογαλικά
:
encontro
(pt)