συμβολομετρία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- συμβολομετρία < σύμβολ(ο) + -ο- + -μετρία (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική interferometry[1] ή μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική interférométrie[1])
Ουσιαστικό
επεξεργασίασυμβολομετρία θηλυκό
- (φυσική) τεχνική που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της απόστασης, της θέσης ή των μικρών μεταβολών σε φυσικά αντικείμενα και φαινόμενα μέσω της συμβολής κυμάτων, συνήθως ηλεκτρομαγνητικών, όπως το φως ή τα ραδιοκύματα
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Interferometry στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία συμβολομετρία
- ↑ 1,0 1,1 συμβολομετρία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)