↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η συμβολομετρία οι συμβολομετρίες
      γενική της συμβολομετρίας των συμβολομετριών
    αιτιατική τη συμβολομετρία τις συμβολομετρίες
     κλητική συμβολομετρία συμβολομετρίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
συμβολομετρία < σύμβολ(ο) + -ο- + -μετρία (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική interferometry[1] ή μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική interférométrie[1])

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

συμβολομετρία θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 συμβολομετρίαΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)