συγγραφή
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | συγγραφή | οι | συγγραφές |
γενική | της | συγγραφής | των | συγγραφών |
αιτιατική | τη | συγγραφή | τις | συγγραφές |
κλητική | συγγραφή | συγγραφές | ||
όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία Επεξεργασία
- συγγραφή < αρχαία ελληνική συγγραφή
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
📖✍
συγγραφή θηλυκό