Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
στερεογραφικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
στερεογραφικ
ός
η
στερεογραφικ
ή
το
στερεογραφικ
ό
γενική
του
στερεογραφικ
ού
της
στερεογραφικ
ής
του
στερεογραφικ
ού
αιτιατική
τον
στερεογραφικ
ό
τη
στερεογραφικ
ή
το
στερεογραφικ
ό
κλητική
στερεογραφικ
έ
στερεογραφικ
ή
στερεογραφικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
στερεογραφικ
οί
οι
στερεογραφικ
ές
τα
στερεογραφικ
ά
γενική
των
στερεογραφικ
ών
των
στερεογραφικ
ών
των
στερεογραφικ
ών
αιτιατική
τους
στερεογραφικ
ούς
τις
στερεογραφικ
ές
τα
στερεογραφικ
ά
κλητική
στερεογραφικ
οί
στερεογραφικ
ές
στερεογραφικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
στερεογραφικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
στερεογραφικός
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
στερεογραφικός
αγγλικά
:
stereographic
(en)
γαλλικά
:
stéréographique
(fr)